Ευθύνη για την πληρωμή φορολογικών χρεών νομικού προσώπου ή οντότητας δύναται να γεννηθεί και σε βάρος των προσώπων που αναμίχθηκαν στην διοίκησή του, εφόσον πληρούται η συνδρομή των προϋποθέσεων που ορίζονται στον Νόμο (ν. 5104/2024). Η ευθύνη αυτή εγείρει ζήτημα άρσης της περιουσιακής αυτοτέλειας του νομικού προσώπου.
Σύμφωνα με την ερμηνευτική εγκύκλιο Ε. 2173/2020 της ΑΑΔΕ και το άρθρο 49 ΚΦΔ του ν. 5104/2024, όπως δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ και ισχύει, τα πρόσωπα που είναι εκτελεστικοί πρόεδροι, γενικοί διευθυντές, διευθύνοντες σύμβουλοι, εντεταλμένοι στην διοίκηση και εκκαθαριστές των νομικών προσώπων, καθώς και τα πρόσωπα που ασκούν εν τοις πράγμασι τη διαχείριση ή διοίκηση νομικού προσώπου ευθύνονται προσωπικά και αλληλέγγυα με την προσωπική τους περιουσία για οφειλές του νομικού προσώπου από φόρο εισοδήματος, παρακρατούμενο φόρο, κάθε επιρριπτόμενο φόρο, ΦΠΑ και ΕΝΦΙΑ, ανεξάρτητα από τον χρόνο βεβαίωσής τους, ως και για τους τόκους, πρόστιμα, προσαυξήσεις και οιεσδήποτε διοικητικές χρηματικές κυρώσεις επιβάλλονται επ’ αυτών. Σημειωτέων ότι δεν θεμελιώνεται αλληλέγγυα ευθύνη για οφειλές από τέλη χαρτοσήμου ή από φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου, καθόσον αυτοί δεν θεωρούνται παρακρατούμενοι ή επιρριπτόμενοι φόροι.
Αρκεί, βεβαίως, να συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
α) τα ανωτέρω πρόσωπα να είχαν μια από τις προαναφερθείσες ιδιότητες είτε κατά τη διάρκεια λειτουργίας του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας είτε κατά τον χρόνο λύσης, διάλυσης ή συγχώνευσής τους είτε κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισής τους,
β) οι οφειλές να είχαν καταστεί ληξιπρόθεσμες κατά τη διάρκεια της θητείας τους υπό κάποια εκ των ανωτέρω ιδιοτήτων και
γ) οι εν λόγω οφειλές να μην είχαν καταβληθεί ή αποδοθεί στο Δημόσιο από υπαιτιότητα των ανωτέρω προσώπων. Το βάρος απόδειξης για την μη ύπαρξη υπαιτιότητας φέρουν τα πρόσωπα της παρούσας διάταξης. Ενδεικτικές περιπτώσεις έλλειψης υπαιτιότητας μπορούν να οριστούν και με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή ΑΑΔΕ (Α. 1082/2021).
Σε περίπτωση που διαπιστωθεί οφειλή, κατόπιν φορολογικού ελέγχου, χωρίς το νομικό πρόσωπο σε προγενέστερο στάδιο να έχει προβεί σε υποχρεωτική υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, παραδείγματος χάρη αν το νομικό πρόσωπο υποχρεούτο σε υποβολή φορολογικής δήλωσης για το φορολογικό έτος 2020, δεν την υποβάλλει και ο φόρος που του αναλογεί προσδιορίζεται κατόπιν φορολογικού ελέγχου το 2024, αλληλέγγυα ευθύνη, ως προς την καταβολή του φόρου, θα έχει το πρόσωπο που ασκούσε τη διοίκηση κατά την περίοδο στην οποία ανάγονται οι οφειλές αυτές, σύμφωνα με τις ως άνω προϋποθέσεις των περ. α) και γ) του α. 49 ΚΦΔ, ήτοι στην ημερομηνία κατά την οποία εξέπνευσε η προθεσμία υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (10-09-2021). Αν τώρα η εν λόγω οφειλή υπαχθεί στη συνέχεια σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής, η αλληλέγγυα ευθύνη βαραίνει και τα πρόσωπα εκείνα, στα οποία συνέτρεχαν οι προαναφερθείσες υπό α) και γ) περιπτώσεις, κατά τον χρόνο που κάθε δόση της ρύθμισης κατέστη ληξιπρόθεσμη ή η ρύθμιση απωλέσθηκε.
Τα αλληλεγγύως συνυπόχρεα φυσικά πρόσωπα για την καταβολή του φόρου εκ μέρους του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, σύμφωνα με το α. 49 παρ. 4 ΚΦΔ του ως άνω νόμου, δύνανται να ασκήσουν έναντι της Φορολογικής Διοίκησης, παράλληλα με το νομικό πρόσωπο ή την νομική οντότητα, οιοδήποτε δικαίωμα θα είχε στην διάθεσή του το νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα. Ειδικότερα, τα πρόσωπα αυτά δικαιούνται να ασκήσουν όχι μόνο ενδικοφανή προσφυγή κατά της καταλογιστικής πράξης εις βάρος του νομικού προσώπου, αλλά και δικαστική προσφυγή κατά της απόφασης της Δ.Ε.Δ (ΣτΕ Ολ 355/2023, α. 34 του ν.4646/2019, α. 218 ΚΔΔ. & 277 παρ. 2 περ. α΄ ΚΔΔ.).