Τα νέα μας

ΑΠΟΦΑΣΗ 3903/2018 : H ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΕΚΔΟΘΕΙ ΕΩΣ ΤΩΡΑ ΓΙΑ ΤΟ PSI ΚΑΙ ΤΑ ΟΜΟΛΟΓΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ!

ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΜΒΛΗΜΑΤΙΚΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ 3903/2018 του Ειρηνοδικείου Αθηνών

 

Αγαπητοί φίλοι και φίλες, Ομολογιούχοι Ελληνικού Δημοσίου :

 

Η Θετική αυτή Δικαστική Απόφαση υπέρ Εντολέως μας, Ομολογιούχου Ελληνικού Δημοσίου,  δέν είναι η πρώτη και δεν θα είναι η τελευταία.  ΕΙΝΑΙ ΟΜΩΣ  Η ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΗ γιατί επιλύει το πρωτογενές, νομικά πρωτόλειο και απολύτως ΠΡΩΤΕΥΟΝ ζήτημα ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΕΝΤΟΛΕΩΝ ΜΑΣ αλλα και όλων των επενδυτών σε ΟΕΔ που “κουρεύτηκαν” το 2012…

Είναι τέτοιας σημασίας που επιλύει –καταλυτικά- την υπόθεση που ταλάνισε μεγάλο μέρος του ελληνικού Λαού και απετέλεσε την πρόφαση γιά την χάλκευση μακροχρόνιων δεσμών γιά την Χώρα μας. 

Kαι σπεύδω γιά τους ενδεχομένως καλοπροαίρετα καχύποπτους, ότι είναι σημαντική γιατί ΟΥΔΕΜΙΑ ΕΩΣ ΤΩΡΑ απορριπτική η θετική απόφαση, ΣΚΟΠΙΜΩΣ δέν απαντούσε στο ΚΑΙΡΙΟ ΖΗΤΗΜΑ… Ετσι, το Εφετείο που θα φροντίσουμε να προσδιοριστεί ΑΜΕΣΑ και τελικά βέβαια ο Άρειος Πάγος, δεν μπορεί παρά να το επιλύσει ΘΕΤΙΚΑ!!!!

Γιατί αυτή η Δικαστική Απόφαση ΣΥΜΜΟΡΦΩΝΕΤΑΙ ΑΠΟΛΥΤΩΣ:

  • ΣΤΟ ΝΟΜΟ 2190/94 “περι εκδόσεως ομολόγων ελληνικού δημοσίου”,
  • ΣΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ που έκρινε παρόμοια
  • ΣΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣτΕ που απορρίπτοντας ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ τις Αιτήσεις Ακυρώσεως των Φυσικών προσώπων – Κατόχων ΟΕΔ, Εταιρειών Υγείας, Απολυμένων της Ολυμπιακής κλπ., άφησαν ΟΡΘΑΝΟΙΧΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΓΙΑ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ και φυσικά
  • Στα αντίστοιχα ΦΕΚ εκδόσεως των ΟΕΔ, από όπου προκύπτει από απλή γραμματική ερμηνεία, ότι οι Τράπεζες ΑΓΟΡΑΖΟΥΝ ΤΑ ΟΕΔ από το Δημόσιο και τα ΔΙΑΘΕΤΟΥΝ-ΜΕΤΑΠΩΛΟΥΝ σε ΤΡΙΤΟΥΣ,

 

Συμπερασματικά, δικαιώνει τον εντολέα μας, όχι γιατί η Τράπεζα τον παραπλάνησε, ή δεν τήρησε την MifiD , δηλαδή διερευνώντας το εάν υπάρχει υπαιτιότητα, αλλά ΛΟΓΩ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΕΚ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ!!!

Αρα, μπορούμε, εφ’οσον η υπόθεση αυτή τελεσιδικήσει, να μπορούμε με σοβαρότητα και αίσθηση ευθύνης, να επικαλεστούμε αυτή ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ τη Νομική και Ιστορική Βαση, χωρίς την επίκληση άλλων δευτερευόντων ισχυρισμών, και εντός της 20ετούς προθεσμίας παραγραφής από την Ενδοσυμβατική Ευθύνη της Πώλησης, να επιτύχουμε την οριστική και τελεσίδικη δικαίωση ΟΛΩΝ όσων δεν συμμετείχαν έως σήμερα!

 

Ποιοι ήσαν κατά την Ανταλλαγή Ομολόγων οι «Ομολογιούχοι»;

 

Εδώ κρύβεται και «το κλειδί» για την ερμηνεία πολλών που συμβαίνουν έως και σήμερα, ιδιαίτερα με το Πρόγραμμα Ανακεφαλαιοποίησης των Τραπεζών μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητος (T.X.Σ.), το οποίο «προικοδοτήθηκε» από τα Ευρωπαικά Κράτη από κοινού (αφού σε αυτά πλέον πέρασε η «κυριότητα» των Νέων Ελληνικών Ομολόγων) με 50 δισεκατομμύρια ευρώ, για την κάλυψη του Δείκτη Κεφαλαιακής Επαρκείας τους σε ανεκτά επίπεδα, κυρίως για τις ζημίες που υπέστησαν από το PSI.

Γιατί έγινε αυτό; Γιατί σύμφωνα με την Πρόσκληση και το Πληροφοριακό Δελτίο με ημερομηνία 24/02/2012 που εκδόθηκε και δημοσιεύθηκε από την Ελληνική Δημοκρατία, όπως προβλέπεται στην Σελίδα 2 με επικεφαλίδα «Ορισμοί»,

Ομολογιούχοι δεν ήσαν οι «τελικοί αποδέκτες-φυσικοί κύριοι και κάτοχοι», αλλά οι «Φορείς του Συστήματος Παρακολούθησης Συναλλαγών επί Τίτλων με Λογιστική Μορφή (‘Αυλοι Τίτλοι)- ΣΠΑΤ» και ΜΟΝΟΝ οι «Φορείς του Αντίστοιχου Συστήματος Εκκαθάρισης Εκδότη θα δικαιούνται να υποβάλλουν Εντολές Συμμετοχής», δηλαδή μόνον οι Τράπεζες. (Σελ. 3 «Ομολογιούχοι»).

 

‘Αρα, κατά την διαδικασία αυτή, οι –ας τους ονομάσουμε εδώ– «Τελικοί Αποδέκτες», δηλαδή τα Φυσικά Πρόσωπα, οι Εργαζόμενοι της πρώην Ολυμπιακής Αεροπορίας, οι Εταιρείες του χώρου των Υπηρεσιών Υγείας,, τα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα, ο ΟΕΚ, τα Ασφαλιστικά Ταμεία, η Εκκλησία της Ελλάδος κλπ, ΔΕΝ συμμετείχαν στην διαδικασία Ανταλλαγής, αλλά η συμμετοχή τους «διαπιστώθηκε» μέσω της αποστολής του σχετικού εντύπου (Θα ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρον να μπορούσαμε έστω και εκ των υστέρων να διαπιστώναμε την ακρίβεια της σχετικής διαδικασίας).

 

Η συγκεκριμένη λοιπόν Δικαστική Απόφαση, είναι ιδιαζούσης σημασίας, γιατί το μείζον ζήτημα, πρίν ακόμη εμβαθύνει κανείς στο εάν υπάρχει υπαιτιότητα κατά την πώληση ΟΕΔ σε ιδιώτες κλπ, είναι το ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΩΛΗΤΗΣ ΤΩΝ ΟΕΔ στους τρίτους (ιδιώτες, απολυμένους ολυμπιακής, εταιρείες-παρόχους υγείας κλπ) :

 

Μέχρι τώρα, ουδεμία απόφαση είχε εκδοθεί, θετική η απορριπτική πρωτόδικα, που να ΑΠΑΝΤΑ σε αυτό το σημαντικότατο ζήτημα! ΟΥΔΕΜΙΑ! Και καταλαβαίνουμε απόλυτα γιατί! Γιατί το μόνο που θα μπορούσαν να κάνουν, εάν υπεισέρχονταν σε αυτό, θα ήταν ΝΑ ΔΙΚΑΙΩΣΟΥΝ τους ενάγοντες –ομολογιούχους ΧΩΡΙΣ ΚΑΝ να προβούν σε αξιολόγηση των αποδεικτικών μέσων που προσαγάγαμε, αφου η ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ ΕΙΝΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ! Δεν χρειάζεται η απόδειξη υπαιτιότητας, παράβασης MifiD, Νομοθεσίας Καταναλωτή κλπ!

 

Παραθέτουμε άνευ σχολιασμού το σχετικό διατακτικό της αποφάσεως, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΠΡΟΣΘΕΣΟΥΜΕ ΟΥΤΕ ΘΑΥΜΑΣΤΙΚΟ! (σχετικά συνημμένα pdf αποσπάσματα της αποφάσεως

 

Κατόπιν αυτού, ο Αγώνας υπερ των Ομολογιούχων Ελληνικού Δημοσίου, τίθεται σε άλλη βάση, αφου το ΝΟΜΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΠΟΥ ΘΕΤΕΙ, (αντιπαρερχόμενη όλα τα υπόλοιπα, μεθύστερα και λιγότερο ουσιώδη ,«ΑΠΑΞΙΟΙ» ΝΑ ΤΑ ΔΙΕΞΈΛΘΕΙ), θα πρέπει το Δευτεροβάθμιο ή το Τριτοβάθμιο Δικαστήριο να ΚΡΙΝΕΙ ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ!

 

Εάν δηλαδή οι Τράπεζες κατά το Ν.2190/94, κατά τα ΦΕΚ εκδόσεως των ΟΕΔ και κατά την ορθή ερμηνεία των αποφάσεων του ΣτΕ αλλα και του Διεθνούς Διαιτητικού Οργάνου-«Δικαστηρίου» της WashingtonICSID είναι πραγματικά οι ΠΩΛΗΤΕΣ ΤΩΝ ΟΕΔ κι όχι απλώς «διαμεσολαβήτριες»!

 

ΧΑΜΕΝΟΣ ΑΓΩΝΑΣ, ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΟΘΗΚΕ ΠΟΤΕ!

 

 

Γιάννης Κυριακόπουλος

KYROS LAW OFFICES

ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΠΕΝΔΥΤΩΝ

 


 Δείτε εδώ την απόφαση:


Διαβάστε την απόφαση: 

Επειδή με βάση το ισχύον από το 1994 θεσμικό πλαίσιο του δημοσίου δανεισμού, το οποίο εκτέθηκε στη μείζονα σκέψη της παρούσης, το Δημόσιο δεν έχει συμβατική σχέση με τους ενάγοντες-επενδυτές αλλά μόνο με την Τράπεζα ενώ τα ομόλογα πωλούνται από το Ελληνικό Δημόσιο προς τους Βασικούς Διαπραγματευτές του, ήτοι τις τράπεζες, οι οποίες και του καταβάλλουν αμέσως την -υπό το άρτιο- τιμή τους και λαμβάνουν και την σχετική προμήθεια. Οι τράπεζες αγοράζουν τα ομόλογα στο όνομά τους και όχι στο όνομα του επενδυτή και τα μεταπωλούν στους επενδυτές. Η Τράπεζα της Ελλάδος ως Πράκτορας Πληρωμής του Ελληνικού Δημοσίου καταβάλλει στη λήξη των τίτλων την ονομαστική τους αξία στις τράπεζες και έτσι το Δημόσιο εξοφλεί τις υποχρεώσεις του προς τις Τράπεζες, που είναι πάντοτε οι δανειστές του. Ωστόσο, το Δημόσιο, από την έκδοση των ομολόγων του μέχρι τη λήξη τους, δεν έχει καμία σχέση με τους τελικούς επενδυτές. Η απευθείας ευθύνη του Δημοσίου προς τους επενδυτές για την καταβολή της ονομαστικής αξίας των ομολόγων εκδόσεώς του στη λήξη τους, ενεργοποιείται μόνο σε μία περίπτωση: σε περίπτωση υπερημερίας του δημοσίου και άρνηση καταβολής της ονομαστικής τους αξίας στη λήξη τους. Σε κάθε άλλη περίπτωση ευθύνεται απέναντι στον επενδυτή μόνο ο Φορέας – κάτοχος – Τράπεζα. Η ευθύνη αυτή του Φορέα είναι αντικειμενική και ανεξάρτητη υπαιτιότητας. Συμπερασματικά, μόνον όταν το ελληνικό Δημόσιο δεν ικανοποιήσει τελικά την απαίτηση (της τράπεζας) στη λήξη του ομολόγου, τότε ο επενδυτής αποκτά, κατά το νόμο, ευθεία αξίωση κατά του Δημοσίου, την οποία, διαφορετικά, θα μπορούσε να ασκήσει μόνον ο φορέας (η τράπεζα) (άρθρο 8 §§1,2 και 6 ν.2198/1994).

Επειδή με το PSI και το νόμο 4050/2012 εισήχθησαν αναδρομικά και με την συμφωνία της πλειοψηφίας των Ομολογιούχων ρήτρες συλλογικής δράσης που επέτρεψαν στο Δημόσιο να τροποποιήσει-αντικαταστήσει τους επιλέξιμους τίτλους των ομολόγων. Η συνταγματικότητα αυτού του νόμου και των σχετικών ΠΥΣ προσβλήθηκε στο ΣτΕ, το οποίο θεώρησε ως συνταγματικά ανεκτή για λόγους δημοσίου συμφέροντος την δυνατότητα του δημοσίου να τροποποιήσει αναδρομικά με συμφωνία των Ομολογιούχων τους όρους των ομολόγων του, εισάγοντας ρήτρες συλλογικής δράσης, ώστε με συμφωνία των ομολογιούχων να αντικατασταθούν οι τίτλοι εκδόσεώς του με νέους, όπως και έγινε. Έτσι, σύμφωνα με το νόμο 4050/2012, Ομολογιούχος είναι ο Φορέας του Συστήματος και κάτοχος των τίτλων (Θεματοφύλακας) και όχι ο τελικός επενδυτής και αυτός μόνο (= ο κάτοχος και φορέας) ψηφίζει με την τεκμαιρόμενη (ένατι του Δημοσίου) συναίνεση του επενδυτή. Αυτό είναι απολύτως συνεπές με το γράμμα και το πνεύμα του Νόμου, σύμφωνα με τον οποίο «ο φορέας είναι ιδιοκτήτης των απαιτήσεων κατά του δημοσίου μέχρι τη λήξη του του τίτλου, οπότε αυτές περιέρχονται στον επενδυτή…». Επομένως, σκοπός του PSI ήταν να απαλλάξει το Δημόσιο από τις υποχρεώσεις του από τα αρχικά ομόλογα προς τις τράπεζες και τους επενδυτές και όχι τους φορείς-τράπεζες από τις υποχρεώσεις τους προς τους επενδυτές πελάτες τους από την έννομη σχέση της πώλησης των τίτλων και της παρακαταθήκης. Το PSI δεν απαλλάσσει την τράπεζα από την ευθύνη της προς αποζημίωση ως φορέας και πωλήτρια των τίτλων. Άλλωστε, ο νομοθέτης δεν είχε σκοπό απαλλάξει τις τράπεζες από τις υποχρεώσεις του προς τους επενδυτές και γι’ αυτό κάνει λόγο για ‘’δημόσιο συμφέρον’’, το οποίο δεν ταυτίζεται με το εκάστοτε συμφέρον της τράπεζας.

Επειδή η εναγόμενη, όπως και οι άλλες ελληνικές τράπεζες, συμφώνησαν με το Δημόσιο την ανταλλαγή των ομολόγων του, προσφέροντας για ανταλλαγή το σύνολο των ομολόγων που κατείχαν ως φορείς ενώ με την ανταλλαγή αποσβέστηκαν μόνο οι κατά του δημοσίου αξιώσεις από τους καταργηθέντες τίτλους τόσο των Φορέων (είτε­ συμφώνησαν με την ανταλλαγή είτε όχι) όσο και των τελικών επενδυτών, όχι, όμως, οι αξιώσεις των επενδυτών κατά των Φορέων και κατόχων από την μεταξύ τους υποκείμενη σχέση πωλήσεως και παρακαταθήκης των τίτλων. Ως εκ τούτου, η ένσταση ελλείψεως παθητικής νομιμοποιήσεως της τράπεζας πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη, καθώς η αγωγή δεν ασκείται κατά της αντίδικης ως εκδότρια των τίτλων του ελληνικού δημοσίου αλλά ως πωλήτρια των ομολόγων και φορέας του Συστήματος. Αυτή δε η ευθύνη από τη συμβατική σχέση ιδρύεται απ’ ευθείας από το νόμο, αλλά και από την μεταξύ των διαδίκων συμφωνία, είναι αντικειμενική και ανεξάρτητη υπαιτιότητας και ουδόλως διερρήχθη ή αποσβέστηκε από το PSI. Συνεπώς, με βάση αυτή τη σχέση η εναγόμενη έχει υποχρέωση να καταβάλλει στους ενάγοντες την ονομαστική αξία του ομολόγου που τους πούλησε στην λήξη του ενώ η παράβασή  των υποχρεώσεων της εναγόμενης από την ανωτέρω σχέση θεμελιώνει ενδοσυμβατική ευθύνη της λόγω πλημμελούς εκπροσώπησης των όρων της μεταξύ των διαδίκων συναφθείσης συμβάσεως πωλήσεως και παρακαταθήκης, όπως εκτέθηκε ανωτέρω. Τέλος, η ένσταση αποκλειστικής υπαιτιότητας των εναγόντων για την πρόκληση της ζημίας τους που πρότεινε η εναγόμενη με τις προτάσεις της πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη, λόγω της αντικειμενικής ευθύνης της εναγόμενης, η οποία αναλύθηκε ανωτέρω. Κατά συνέπεια τούτων, η κρινόμενη αγωγή, κατά την κύρια  βάση της λόγω συμβατικής ευθύνης της εναγόμενης , πρέπει να γίνει δεκτή, ως ουσιαστικά βάσιμη, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσης ενώ παρέλκει η εξέταση της επικουρικής βάσης αυτής λόγω αδικοπρακτικής ευθύνης της εναγομένης και η τυχόν εξ αυτής προκληθείσα ηθική βλάβη των εναγόντων. Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εναγομένης, λόγω της μερικής ήττας της, κατ’ άρθρο 178 ΚΠολΔ, όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσης.