Άρθρο στην ‘Καθημερινή της Κυριακής’ – 10/8/14
To 1966 η χώρα μας και η Κύπρος εγιναν μέλη του διεθνούς διαιτητικού κέντρου για την επίλυση διαφορών με αφορμή επενδύσεις .Το 1992 οι τότε υπουργοί Οικονομίας των δύο χωρών Στέφανος Μάνος και Γιώργος Συριμής υπέγραψαν μία συμφωνία που προστατεύει τις επενδύσεις της αλλης πλευράς στην κάθε χώρα και αναγνωρίζει την δικαιοδοσία ενός διεθνούς κέντρου,που εχει την εδρα του στην Ουάσιγκτων, να αποφασίζει στις περιπτώσεις που προκύπτουν διαφορές εξ αιτίας της μεταχείρισης των επενδύσεων αυτών.
Στις 11 Ιουλίου του 2014 16 μήνες μετά το bail in της Κύπρου μία ομάδα νομικών γραφείων απο τη Ν.Υόρκη και την Καλιφόρνια (Grant &Eisenhofer,Kessler Topaz), το Λονδίνο (Volterra Fietta ενα απο τα 100 καλύτερα δικηγορικά γραφεία σε θέματα διαιτησίας στον κόσμο ),τη Βοστώνη και την Αθήνα (Kyros Law) κατέθεσε εκ μέρους εκατοντάδων Ελλήνων επενδυτών που εχασαν καταθέσεις και περιουσία σε ομόλογα στην Κύπρου και την Λαική μία προσφυγή στο κέντρο επίλυσης διαφορών .Την υπογράφουν 21 απο τους επενδυτές ονομαστικά επιδιώκοντας κατ αρχήν να λύσουν την διαφορά με φιλικό διακανονισμό..Αν αυτός δέν γίνει δυνατός σε ενα εξάμηνο ,τότε το αίτημα παραπέμπεται για επίλυση στη διαιτησία.Στο ηλεκτρονικό αρχείο το κέντρου εμφανίζονται δυο παρόμοιες προσφυγές που αφορούν το ίδιο σύμπλεγμα θεμάτων. Η πρώτη αφορά την προσφυγή της Marfin Investment Group , του Αλέξανδρου Μπακατσέλλου και αλλων 17 Ελλήνων επενδυτών εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας ήδη από τον Ιανουάριο του 2013 διεκδικώντας αποζημίωση για την απώλεια των επενδύσεων τους ύψους € 1,1 δισεκατομμυρίων περίπου, εκ των οποίων η αξία της επενδύσεως της MIG ανέρχεται σε € 824 εκατομμύρια. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του κέντρου το διαιτητικό σώμα εχει (πρόεδρος Μπέρναρντ Χανοτίου-Βέλγιο,Ντανιελ Πράις –ΗΠΑ(οι προσφεύγοντες) και Νταίηβιντ Εντουαρντ Μ.Βρεταννία (η καθ ής Κυπριακή Δημοκρατία)εχει ήδη προχωρήσει στην διαδικαστική συνδιάσκεψή του . Η εξέλιξη αυτή εγινε-κατα τους προσφεύγοντες – αναγκαία μετά την αρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας να μπεί σε σχετική συζήτηση.
Επίσης στα μέσα Ιουλίου η Λαική Τράπεζα προσέφυγε εναντίον της Ελλάδας στο ίδιο δικαστήριο με την ίδια νομική βάση –τη συμφωνία Ελλάδας –Κύπρου του 1992 για την αμοιβαία προστασία των επενδύσεων –επειδή η χώρα μας σύμφωνα με τους προσφεύγοντες αρνήθηκε στην Λαική την πρόσβαση στον ΕΛΑ.
Η περίπτωση της προσφυγής της 11η Ιουλίου είναι διαφορετική από την άποψη ότι έχει τον κλασσικό χαρακτήρα των ομαδικών αγωγών (class actions )που συνηθίζει το γραφείο Grant &Eisenhofer.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ»η αντιπροσωπεία της τρόικα στην Κύπρο εξέτασε το ενδεχόμενο να αναγκασθεί η κυπριακή πλευρά να ανεβάσει το «τίμημα» του bail in της κυπριακής διάσωσης εξ αιτίας των συμφωνιών για την προστασία των επενδύσεων .Οι ανησυχίες όμως διασκεδάστηκαν από το γεγονός ότι από τις 13 χώρες με τις οποίες είχε υπογράψει η Κύπρος παρόμοιες συμφωνίες η Ρωσία (μαζί με την Βολιβία ,τη Βενεζουέλα και το Εκουαδόρ που την κατήγγειλαν τα τελευταία χρόνια) δεν αναγνωρίζουν την δικαιοδοσία της διεθνούς κέντρου. Η Ρωσία την είχε υπογράψει το 1992 αλλά ουδέποτε κύρωσε ούτε και φυσικά κατέθεσε τη συνθήκη.
Συμφωνα με πληροφορίες της «Κ» στην προσφυγή τους οι Ελληνες επενδυτές στην Κύπρο -επενδυτής είναι ο κάθε καταθέτης που απολαμβάνει επιτόκιο πάνω απο ενα ευλογο ύψος το οποίο συνήθως ορίζεται απο το επιτόκιο τιτλων του δημοσίου πχ εντόκων γραμματίων -αλλα και οι κάτοχοι ομολόγων τών δύο τραπεζών(Κύπρου και Λαικής) πρέπει να αποζημιωθούν διότι εκπληρώνουν τις προυποθέσεις:
- Υπέστησαν αδικη μεταχείριση (unfair treatment)σε σχέση με άλλους επενδυτές στις ίδιες τράπεζες που αν και είχαν ίδιου ύψους επενδύσεις δέν υπέστησαν το «κούρεμα «των Ελλήνων επενδυτών(πχκρατικούς και ημικρατικούς οργανισμούς ,ασφαλιστικά ταμεία ).Αδικήθηκαν σε σχέση με επενδυτές σε αλλες κυπριακές τράπεζες οπου οι καταθέσεις δέν «κουρεύτηκαν».
- Δέν ετυχαν της προβλεπόμενης απο την ελληνοκυπριακή σύμβαση « αμεσης,επαρκούς και αποτελεσματικής αποζημίωσης» οπως προβλέπεται απο το κεφάλαιο της συμφωνίας που δίνει τη δυνατότητα σε απαλλοτρίωση σε εκτακτη ανάγκη .
Η σύμβαση προβλέπει οτι η αποζημίωση αυτή πρέπει να είναι ιση με τη ζημιά .»Δέν εχουμε τίποτα αντικυπριακό στην κίνησή μας αυτή»είπε στην «Κ» εκ μέρους των νομικών εκπροσώπων των προσφευγόντων ο κΓιάννης Κυριακόπουλος «πρόκειται για μια εμπορική διαφορά …».Οι απαιτήσεις αγγίζουν τα 95 εκατομμύρια ευρώ και νομικές πηγές υπολογίζουν οτι στην ολοκλήρωση της διαδικασίας μπορούν να προσεγγύσουν το μισό δίς .Οι συνήγοροι των προφευγόντων παίρνουν μία μικρή προκαταβολή και πληρώνονται εκ του αποτελέσματος αν κερδίσουν.
Η προσφυγή αφορά και όσους είχαν ομόλογα των δύο κυπριακών τραπεζών και είδαν την αξία τους να εκμηδενίζεται αν και οι συνήγοροί τους εκτιμούν οτι αυτές οι περιπτώσεις θα είναι πιο πολύπλοκες .Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ» τετοιοι ομολογιούχοι δέν είναι μόνο φυσικά πρόσωπα αλλά και νομικά ακόμα και τραπεζικά ιδρύματα στην Αθήνα .Η κυπριακή κυβέρνηση δέν δεχεται οτι οι συμφωνίες για την προστασία των επενδύσεων καλύπτουν το bail in και παραπέμπει στην απόφαση που ελήφθη με «δημόσιου συμφέροντος και ελήφθησαν νόμιμα »οπως επιτάσσουν οι σχετικές συμφωνίες αλλά αυτή είναι μία μόνο απο τις τρείς προυποθέσεις του πλαισίου που προιστατεύει τις επενδύσεις (η ελλειψη διακρίσεων και η δικαιη αποζημίωση είναι οι αλλες δύο).Με βάση το νόμο οι προσφεύογοντες μπορεί να είναι Ελληνες υπήκοοι και να κατοικούν μόνιμα στην Ελλάδα (η να είναι εταιρείες μα αληθή δικαιούχο μόνιμο κάτοικο Ελλάδας η Ελληνα υπήκοο.
(Άρθρο του Τάσου Τέλλογλου στην Καθημερινή της Κυριακής, 10/8/14)