Στο πλαίσιο της περιρρέουσας δεινής εθνικής και διεθνούς οικονομικής κατάστασης, εν έτει 2021, οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας (Η/Ε) έθεσαν, για πρώτη φορά, ρήτρα αναπροσαρμογής του τιμήματος σε συμβάσεις προμήθειας με τελικούς πελάτες-καταναλωτές. Αυτές οι ρήτρες αναπροσαρμογής συνέδεαν το ποσό που καλούταν να καταβάλλει ο πελάτης για τις χρεώσεις ενέργειας με την διακύμανση της Τιμής Εκκαθάρισης (ΤΕΑ – Market Clearing Price-MCP) της Προημερήσιας Αγοράς (Day Ahead Market-DAM) με χρήση μεταβλητών, όπως η μέση μηνιαία ΤΕΑ, και της αξιοποίησης κατώτατων και ανώτατων ορίων τιμών.
Με τις ανωτέρω ρήτρες, οι προμηθευτές μονομερώς κατέστησαν κυμαινόμενο, εξαρτώμενο από την Τιμή που οι προμηθευτές αγοράζουν την Η/Ε στο Χρηματιστήριο Ενέργειας για λογαριασμό των πελατών τους, το τίμημα που κατέβαλλαν οι τελευταίοι ανά καταναλισκόμενη kWh. Κατά τους πρώτους κιόλας μήνες, η εφαρμογή της ρήτρας αυτής είχε ως αποτέλεσμα τον τριπλασιασμό των χρεώσεων ενέργειας στους λογαριασμούς χρέωσης. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις αρχικές συμβάσεις προμήθειας Η/Ε, οι προμηθευτές είχαν ενσωματώσει γενικό όρο συναλλαγών (ΓΟΣ), με τον οποίο επεφύλασσαν για τον εαυτό τους το δικαίωμα μονομερούς τροποποίησης των όρων της αρχικής σύμβασης, οποτεδήποτε, χωρίς σπουδαίο λόγο και προκαθορισμένη μεθοδολογία. Σημειωτέον ότι η πρακτική αυτή εφαρμόζεται παγίως. Ο ΓΟΣ προέβλεπε συγκεκριμένα ότι «ο Προμηθευτής διατηρεί το δικαίωμα αλλαγής των τιμολογίων και των Γενικών Όρων και Συμφωνιών». Μάλιστα, για την ενσωμάτωση του νέου όρου αναπροσαρμογής, η πλειονότητα των καταναλωτών ενημερώθηκαν μέσω μνείας σε ειδικό πεδίο στο τέλος του λογαριασμού χρέωσης εκείνης της περιόδου κατανάλωσης, οπότε και εμφανίστηκαν οι πρώτες αυξήσεις στην τιμή, λόγω της εφαρμογής της ρήτρας αναπροσαρμογής.
Στο πλαίσιο αυτής της νέας πραγματικότητας, τέθηκε το εξής ερώτημα στην Ολομέλεια του ΔΣΑ: «Καθίσταται νόμιμη η μονομερής ενσωμάτωση από τον προμηθευτή των εν λόγω ρητρών αναπροσαρμογής του τιμήματος, συνδεόμενου με την ΤΕΑ, σε εν ενεργεία συμβάσεις προμήθειας Η/Ε με καταναλωτές και με ποιες νόμιμες βάσεις δύναται αυτή να προσβληθεί δικαστικώς από τους καταναλωτές;».
Η Ολομέλεια του ΔΣΑ εξέδωσε γνωμοδότηση, η οποία καταδικάζει την παρανομία της επίμαχης ρήτρας αναπροσαρμογής και η οποία, συνοπτικά, αναφέρει κατά λέξη ότι «η ένταξη της ρήτρας αναπροσαρμογής του τιμήματος σε λειτουργούσες συμβάσεις προμήθειας Η/Ε με καταναλωτές έγινε κατά παράνομο τρόπο, αφού έλαβε χώρα μονομερώς από τον προμηθευτή (δίχως την συναίνεση του πελάτη), κατά παράβαση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στο σχετικό κανονιστικό πλαίσιο. Ειδικότερα, οι καταναλωτές μπορούν να προσφύγουν δικαστικώς και να προσβάλλουν επιτυχώς την εν λόγω ενσωμάτωση της ρήτρας αναπροσαρμογής με τις ακόλουθες νομικές βάσεις:
- α) λόγω απουσίας ειδικής συμφωνίας μεταξύ των μερών ως προς την ένταξη και το περιεχόμενο ενός τέτοιου όρου, όπως η ρήτρα αναπροσαρμογής, στην λειτουργούσα σύμβαση (ΑΚ 361, αρθρο 2 παρ. 1 ν. 2251/1994).
- β) λόγω παράβασης της υποχρέωσης εκ των προτέρων εξατομικευμένης ενημέρωσης (εντός προθεσμίας τουλάχιστον 30 ημερών για τους οικιακούς πελάτες) από τον προμηθευτή, όπως αυτή προβλέπεται στην αμέσου εφαρμογής διάταξη του άρθρου 10 παρ. 4 Οδηγίας 2019/944.
- γ) λόγω της καταχρηστικότητας της ρήτρας που δίδει το δικαίωμα στον προμηθευτή να τροποποιεί μονομερώς οποιοδήποτε όρο της σύμβασης, δίχως να προβλέπει ειδικό σπουδαίο λόγο προς τούτο (άρθρο 2 παρ. 7 εδ. ε΄ ν. 2251/1994).
- δ) λόγω της καταχρηστικότητας αυτής της ίδιας της ρήτρας αναπροσαρμογής του τιμήματος που επιχειρούν να ενσωματώσουν οι προμηθευτές στην σύμβαση και συνδέει την εξέλιξη του τιμήματος με την ΤΕΑ, αφού ο εδράζεται σε έναν ιδιαιτέρως σύνθετο μαθηματικό υπολογισμό με μεγέθη άγνωστα και απρόσιτα για τον μέσο καταναλωτή, με αποτέλεσμα να καθίσταται, εξ αυτού του λόγου, αδιαφανής (άρθρο 2 παρ. 6 και 7 εδ. ια΄ ν. 2251/1994).»