Τα τελευταία έτη παρατηρείται ενασχόληση της νομολογίας σχετικά με τη στοιχειοθέτηση της ευθύνης που δύναται να υπέχει μια ασφαλιστική εταιρεία αναφορικά με τον τρόπο και τις πραγματικές συνθήκες προώθησης σύνθετων ασφαλιστικών-επενδυτικών προϊόντων στο καταναλωτικό κοινό μέσω συμβληθείσας με αυτήν Τράπεζας, η οποία λειτουργεί ως συνδεδεμένος ασφαλιστικός διαμεσολαβητής για λογαριασμό της ασφαλιστικής εταιρείας.
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 922 του Αστικού Κώδικα, ο κύριος ή ο προστήσας κάποιον άλλον σε μία υπηρεσία υπέχει ευθύνη για τη ζημία που ο υπηρέτης ή ο προστηθείς προξένησε σε τρίτον παράνομα κατά την υπηρεσία του. Η εφαρμογή της εν λόγω διάταξης προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, την ύπαρξη σχέσεως προστήσεως, η οποία υφίσταται όταν ο προστήσας διατηρεί το δικαίωμα να δίδει οδηγίες και εντολές στον προστηθέντα, σε σχέση με τον τρόπο εκπληρώσεως της υπηρεσίας του.
Σύμφωνα μάλιστα με το άρθρο 2 παρ. 7 του ΠΔ 190/2006, ως «συνδεδεμένος ασφαλιστικός διαμεσολαβητής» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης εξ’ ονόματος και για λογαριασμό ασφαλιστικής επιχείρησης, αλλά το οποίο δεν εισπράττει τα ασφάλιστρα ή τα ποσά που προορίζονται για τον πελάτη και ενεργεί υπό την πλήρη ευθύνη της ασφαλιστικής επιχείρησης σχετικά με το προϊόν που την αφορά. Η δραστηριότητα δε ασφαλιστικής διαμεσολάβησης μπορεί να είναι συμπληρωματική προς την κύρια επαγγελματική δραστηριότητα του «συνδεδεμένου ασφαλιστικού διαμεσολαβητή», όταν η ασφάλιση αποτελεί συμπλήρωμα των αγαθών ή υπηρεσιών που παρέχονται στο πλαίσιο της κύριας απασχόλησής του και υπό την προϋπόθεση ότι αυτός δεν εισπράττει τα ασφάλιστρα ή τα ποσά που προορίζονται για τον πελάτη (ΑΠ 1689/2018).
Η διάταξη του άρθρου 11 του ΠΔ 190/2006 προσδιορίζει το ελάχιστο περιεχόμενο της υποχρεωτικής ενημέρωσης που παρέχεται στον πελάτη από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή, στην οποία περιλαμβάνονται και οι, κατά το προσυμβατικό στάδιο, βάσει ιδίως των πληροφοριών τις οποίες παρέσχε ο πελάτης, διευκρινίσεις των απαιτήσεων και των αναγκών του, καθώς και των λόγων στους οποίους βασίζονται οι συμβουλές που δίδονται σε αυτόν, σχετικά με το συγκεκριμένο ασφαλιστικό προϊόν. Οι διευκρινίσεις δε αυτές διαφοροποιούνται ανάλογα με το σύνθετο χαρακτήρα της προτεινόμενης ασφαλιστικής σύμβασης.
Τα Δικαστήρια, στο πλαίσιο ποικίλων σχετικών υποθέσεων, εστιάζουν ολοένα και περισσότερο στη σημασία της επαρκούς πληροφόρησης για τη φύση και τους κινδύνους μιας σύνθετης τέτοιας επένδυσης, όπως και της ορθής συμβουλευτικής καθοδήγησης που οφείλει να έχει παρασχεθεί εκ μέρους της προστηθείσας στην ασφάλιση διαμεσολαβήτριας τράπεζας, κατά τη διαδικασία προώθησης ενός σύνθετου ασφαλιστικού-επενδυτικού προϊόντος. Διχογνωμία μάλιστα επικρατεί ως προς το αν θεωρείται ότι αρκεί μόνη η τυπική παράδοση των σχετικών ενημερωτικών εγγράφων για την παροχή της πλήρους, σαφούς και μη παραπλανητικής πληροφόρησης που επιβάλλουν ο νόμος και η καλή πίστη.
Σε ορισμένες πρόσφατες εφετειακές αποφάσεις, γίνεται δεκτή, inter alia, η ύπαρξη νόμιμης υποχρέωσης για παροχή ορθής ενημέρωσης αναφορικά με το είδος και τους κινδύνους του προϊόντος που παρουσιάζεται στους επενδυτές, με τέτοιον μάλιστα τρόπο ώστε να γίνουν αυτά πλήρως αντιληπτά και κατανοητά από τους τελευταίους, ανάλογα με το μορφωτικό τους επίπεδο. Επιπλέον, σύμφωνα με τη γενικότερη υποχρέωση συναλλακτικής πρόνοιας και ασφάλειας στις συναλλαγές, την καλή πίστη και τα χρηστά συναλλακτικά ήθη, έχει γίνει δεκτό ότι υφίσταται νόμιμη υποχρέωση της ασφαλιστικής διαμεσολαβήτριας τράπεζας, που ενεργεί υπό την πλήρη ευθύνη της ασφαλιστικής επιχείρησης, για στάθμιση της ωφέλειας των αντισυμβαλλόμενων από την κατάρτιση σχετικής σύμβασης, λαμβάνοντας υπόψη το επενδυτικό τους προφίλ. (Εφ.Αθηνών 6569/2022).
Ελένη Παλαμίδα
Ασκ. Δικηγόρος ΔΣΑ
Το παρόν δεν αποτελεί νομική συμβουλή. Για πληροφορίες σχετικά με την υπόθεσή σας μπορείτε να απευθυνθείτε στο [email protected] ή στο 2103633104 για να επικοινωνήσετε με τους εξειδικευμένους δικηγόρους μας.