Άρθρο του κ. Κυριακόπουλου στην FMVOICE
Η επόμενη μέρα –μετά τις 1116/2014 και 1117/2014 αποφάσεις του ΣτΕ – είναι σίγουρα απογοητευτική για τους ομολογιούχους του ελληνικού δημοσίου, σε όποια κατηγορία και αν ανήκουν, αφού διαφαίνεται με σχετική ασφάλεια ότι το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο της χώρας, βάζει «φρένο» στις αξιώσεις τους στο βαθμό που στρέφονται κατά του Ελληνικού Δημοσίου ως αντισυμβαλλόμενου.
Αντίθετα, το ΣτΕ διατυπώνει σημαντικές σκέψεις και αναδεικνύει ζητήματα που κατά την άποψή μας θα έχουν ουσιώδη θετική επίδραση στην διεκδίκηση αποζημιώσεων των επενδυτών κατά των Τραπεζών που λειτούργησαν ως «πωλητές» των ομολόγων και «επενδυτικοί σύμβουλοι». Σχετικά, πρόσφατη συνέντευξη του κ. Ευ. Βενιζέλου για το θέμα αυτό, εξόχως ενδιαφέρουσα μετά το 18ο λεπτό.
Ενδεικτικά, πρέπει να επισημανθούν τα εξής:
ΤΟ ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ ΜΑΣ ΓΡΑΦΕΙΩΝ
Το γραφείο μας εξ αρχής στράφηκε σ’ αυτήν την κατεύθυνση και έχουμε ήδη ασκήσει πλήθος αγωγών κατά Τραπεζών (για τους απολυμένους της ΟΣΠΑ, τους προμηθευτές υγείας και τους ιδιώτες επενδυτές) για τις ευθύνες τους από την διαμεσολάβηση στην διαδικασία διάθεσης των ΟΕΔ στο επενδυτικό κοινό και τους πιστωτές του Ελληνικού Δημόσιου.
Ενδεικτικά, πρέπει να επισημανθούν τα εξής:
Α. Ομολογιούχοι, κατά την αυθεντική ερμηνεία του ΣτΕ ήσαν οι «Φορείς» του Συστήματος Παρακολούθησης Αύλων Τίτλων» κατά την ανταλλαγή ομολόγων (P.S.I.), δηλαδή οι Τράπεζες, στο σύστημα των οποίων ήσαν καταχωρημένοι οι επιλέξιμοι τίτλοι. Κι αυτό γιατί η αναδιάταξη χρέους διεξήχθη μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου-Εκδότη Χρέους και ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΕΠΕΝΔΥΤΩΝ (κατά την επιστημονική ορολογία της Mifid)
B. Tα ομόλογα εκδοτών Κρατών, ενσωματώνουν ΠΑΝΤΑ ΚΙΝΔΥΝΟ περιουσιακής απώλειας, λόγω του χρόνου που μεσολαβεί έως την ημερομηνία λήξεως. ME THN ΔΙΑΤΥΠΩΣΗ ΑΥΤΗ ΤΟ ΣΤΕ «ΣΥΝΤΡΙΒΕΙ» ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΑ (ΜΕ ΤΗΝ ΑΥΘΕΝΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΔΙΑΜΦΙΣΒΗΤΗΤΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ) ΤΟΝ ΕΩΛΟ ΚΑΙ ΑΝΙΣΧΥΡΟ ΠΛΕΟΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟ ΟΤΙ ΤΑ ΟΜΟΛΟΓΑ ΗΣΑΝ «ΑΣΦΑΛΗ ΠΡΟΙΟΝΤΑ». Η διατύπωση αυτή έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον ως πρόφαση από τις Τράπεζες για την αποφυγή της προσυμβατικής πληροφόρησης, δηλαδή εν προκειμένω του ελέγχου σκοπιμότητος και καταλληλότητος που έπρεπε εξαντλητικώς να είχε γίνει, πρίν την διάθεση των ομολόγων.
Γ. Κατά την γνώμη της ΕΚΤ της 17.02.2012, ΗΔΗ ΑΠΟ ΤΟ 2002 κι εντεύθεν, ούτε οι οικονομικά ισχυρότερες χώρες δεν εξασφάλιζαν την απόλυτη βεβαιότητα ότι τα ομόλογα εκδόσεώς τους είναι «ασφαλή προιόντα». Η αναφορά από το ΣτΕ στην Γνώμη της ΕΚΤ επεκτείνει τους δυνάμενους να διεκδικήσουν αποζημιώσεις όχι μόνον σε αυτούς που τα απέκτησαν την επιλήψιμη περίοδο, 2009-2011, αλλά και αυτούς που τα είχαν αποκτήσει αρκετά πρίν, το 2002 και μετά δηλαδή.
Δ. Οι κάτοχοι ομολόγων “καλόπιστα» (sic) πίστεψαν στην εκπλήρωση της υποχρεώσεως του Δημοσίου απέναντί τους, ΔΗΛ. ΔΕΝ ΗΣΑΝ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΟΙ, Η ΔΕ ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΤΟΥΣ ΣΥΝΙΣΤΑΤΑΙ ΣΕ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ 53,5% ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ ΖΗΜΙΑ .
Ε. «ΟΙ ΑΞΙΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΤΕΛΙΚΩΝ ΕΠΕΝΔΥΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΝ ΑΚΕΡΑΙΕΣ» (sic) Αυτή και μόνον η αναφορά, αποτελεί –κατά την γνώμη μας- την πλέον αψευδή, εύγλωττη και διαπρύσια προσυπογραφή των εξ αρχής επιχειρημάτων μας.
Πιστεύουμε ότι η απόφαση του ΣτΕ δικαιώνει πλήρως την επιλογή μας να στραφούμε εξ αρχής κατά των Τραπεζών και όχι κατά του Ελληνικού Δημοσίου και σηματοδοτεί σημαντικότατες εξελίξεις στην διαδικασία διεκδίκησης αποζημιώσεων.