Προθεσμία συμμετοχής: Έως 20 Σεπτεμβρίου
Ως γνωστόν, με τις διατάξεις του άρθρου 24 του ν.4618/2019 και τις διευκρινιστικές αυτού εγκυκλίους και αποφάσεις, επιχειρείται η αντιμετώπιση από την Πολιτεία του μείζονος κοινωνικοοικονομικού προβλήματος που δημιούργησε στους συνταξιούχους της η ΕΤΕ, με την αυθαίρετη και αντισυμβατική διακοπή καταβολής στους συνταξιούχους της μέσω του ΛΕΠΕΤΕ της μετεργασιακής επικουρικής παροχής που την βαρύνει.
Με τις άνω ρυθμίσεις γίνεται η ένταξη των δικαιούχων του ΛΕΠΕΤΕ στο ΕΤΕΑΕΠ και προβλέπεται να χορηγούνται από το Ταμείο αυτό οι επικουρικές παροχές της ΕΤΕ εν είδει επικουρικών συντάξεων, πολύ μικρότερου ύψους όμως από αυτό που είχε συμφωνηθεί και προβλέπεται στον Κανονισμό του Λογαριασμού και ελάμβαναν οι δικαιούχοι του Λογαριασμού μέχρι το Νοέμβριο του 2017. Παράλληλα όμως δημιουργούνται εντός του ιδίου Ταμείου συνταξιούχοι «πολλών ταχυτήτων», παρά το γεγονός ότι έχουν καταβάλλει τις ίδιες εισφορές, γεγονός που συνιστά άνιση και αντισυνταγματική μεταχείρισή τους.
Η τράπεζα άσκησε αίτηση ακύρωσης και αναστολής των ανωτέρω διατάξεων, ώστε να μην ισχύσουν.
Με την παρέμβασή μας στην παραπάνω δίκη, ζητήσαμε να απορριφθεί η αίτηση αναστολής της τράπεζας ώστε να καταβάλλει τις επιβληθείσες σ’αυτήν εισφορές και να καταβληθούν στους δικαιούχους οι προσωρινώς υπολογισθείσες παροχές από το ΕΤΕΑΕΠ.
Πράγματι, η αίτηση της ΕΤΕ απορρίφθηκε με την 184/2019 απόφαση του ΣτΕ.
Η απόφαση αυτή έκρινε μεταξύ άλλων ότι με τον άνω νόμο ιδρύεται το πρώτον κοινωνικοασφαλιστική σχέση δημοσίου δικαίου μεταξύ των δικαιούχων του ΛΕΠΕΤΕ και του ΕΤΕΑΕΠ ως φορέα κοινωνικής ασφάλισης.
Επιπλέον έκρινε ότι οι ρυθμίσεις του νόμου που αφορούν τον υπολογισμό των παροχών που καταβάλλει το ΕΤΕΑΕΠ είναι προσωρινού χαρακτήρα, αφού θεσπίστηκαν εν αναμονή επίλυσης από τα πολιτικά δικαστήρια ζητημάτων που άπτονται της ερμηνείας των όρων λειτουργίας των ειδικών λογαριασμών. («Ανάλογα δε με την κρίση των πολιτικών δικαστηρίων επί των ανωτέρω αστικής φύσεως ζητημάτων, θα διαμορφωθούν οι ειδικότεροι όροι της ιδρυθείσας κοινωνικοασφαλιστικής σχέσης δημοσίου δικαίου μεταξύ των δικαιούχων των ασφαλιστικών παροχών και του ΕΤΕΑΕΠ μετά την πενταετία 2019-2023 (καθορισμός μεταξύ άλλων ύψους παροχών και ύψους εισφορών και ύψους παροχών).»)
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι ανεξαρτήτως της έκβασης των εκκρεμουσών δικών, οι οποίες συνεχίζονται κανονικά, οι δικαιούχοι του ΛΕΠΕΤΕ έχουν έννομο συμφέρον να ζητήσουν την ακύρωση εκείνων των διατάξεων με τις οποίες πλήττονται τα έννομα συμφέροντά τους, τόσο για το διάστημα 2019-2023 όσο και για το επέκεινα χρονικό διάστημα.
Τέτοιες διατάξεις είναι οι διατάξεις με τις οποίες καθορίζονται παροχές μικρότερες από αυτές που ελάμβαναν πριν την ένταξή τους στο ΕΤΕΑΕΠ και αυτές με τις οποίες ιδρύονται διακρίσεις μεταξύ διαφόρων κατηγοριών ασφαλισμένων που έχουν καταβάλει τις ίδιες εισφορές.
Εάν αυτές οι διατάξεις δεν προσβληθούν εμπρόθεσμα και εντός 60 ημερών από την δημοσίευσή τους, καθίστανται απρόσβλητες.
Ως εκ τούτου, το Γραφείο μας προτίθεται να ασκήσει εντός των προσεχών ημερών αυτοτελή αίτηση ακύρωσης εκείνων των διατάξεων που βλάπτουν τα συμφέροντα του δικαιούχων του ΛΕΠΕΤΕ και όχι του νόμου εν συνόλω, καθώς κρίνουμε ότι η ένταξη των δικαιούχων του ΛΕΠΕΤΕ στο ΕΤΕΑΕΠ δεν είναι αυτή καθεαυτή βλαπτική, αφού παρέχει μια ελάχιστη προστασία του βιοτικού επιπέδου των συνταξιούχων από τις αυθαιρεσίες της ΕΤΕ.
Αυτό που είναι βλαπτικό είναι ο τρόπος με τον οποίο καθορίζεται αυτή η παροχή, με αποτέλεσμα να λαμβάνετε πολύ μικρότερα ποσά από αυτά που δικαιούσθε και οι διακρίσεις μεταξύ διαφόρων κατηγοριών ασφαλισμένων.
Θα επιδιωχθεί αυτή η αίτηση ακύρωσης να συνεκδικασθεί με εκείνη της ΕΤΕ για ευνόητους λόγους.